Η επεμβατική θεραπεία μέσω
θρομβεκτομής αποτελεί μία από τις σημαντικότερες εξελίξεις στην ιατρική τα τελευταία έτη. Η θρομβεκτομή άλλαξε τα δεδομένα στα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, μπορεί να σώσει ζωές και να μειώσει τις πιθανότητες σοβαρής αναπηρίας μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο. Είναι χαρακτηριστικό ότι άνθρωποι που θα κατέληγαν σε αναπηρικό αμαξίδιο, μπορούν να φύγουν περπατώντας από το νοσοκομείο μόλις 48 ώρες μετά την επέμβαση, υπό την
προϋπόθεση να έχει πραγματοποιηθεί θρομβεκτομή εντός λίγων ωρών από την έναρξη των συμπτωμάτων του εγκεφαλικού επεισοδίου.
Η
θρομβεκτομή διενεργείται για την απομάκρυνση του θρόμβου αίματος που έχει αποφράξει ένα αγγείο στον εγκέφαλο, ο οποίος δεν έχει διαλυθεί, παρά το γεγονός ότι ο ασθενής έχει λάβει θρομβολυτικά φάρμακα. Ο γιατρός τοποθετεί ένα λεπτό καθετήρα στην αρτηρία του ασθενούς, συνήθως μέσα από τη βουβωνική χώρα, και στη συνέχεια τον προωθεί μέχρι τα αγγεία του εγκεφάλου, όπου βρίσκεται ο θρόμβος. Στη συνέχεια είτε με την τοποθέτηση ενός μεταλλικού πλέγματος -stent- είτε μέσω αναρρόφησης ο θρόμβος απομακρύνεται μηχανικά από το αγγείο. Αυτό αποκαθιστά τη φυσιολογική ροή του αίματος στον εγκέφαλο και μειώνει σημαντικά τη βλάβη στον ιστό του εγκεφάλου, που σε διαφορετική περίπτωση θα προκαλούσε μακροχρόνιες, συχνά σοβαρές, βλάβες στις σωματικές και ψυχικές λειτουργίες του ασθενούς.
Καθώς ο εγκέφαλος είναι πολύ ευαίσθητος στην έλλειψη αιμάτωσης, η επέμβαση πρέπει να πραγματοποιηθεί όσο το δυνατό νωρίτερα μετά την έναρξη των συμπτωμάτων και συνήθως εντός των πρώτων ωρών από την εμφάνιση του εγκεφαλικού επεισοδίου.